- εθνικιστής
- οθηλ. -ίστρια ο υπέρμαχος των αρχών του εθνικισμού (βλ. λ.).
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
εθνικιστής — ο (θηλ. εθνικίστρια, η) αυτός που ακολουθεί τις αρχές τού εθνικισμού. [ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση ξεν. όρου (πρβλ. nationalist). Η λ. εθνικιστής μαρτυρείται από το 1840 στον Αλεξ. Μ. Βλαστό] … Dictionary of Greek
-ιστής — (ΑΜ ιστής) παρεκτεταμένος τ. τής κατάλ. τής, η οποία στα μεταρρηματικά παράγωγά της δηλώνει τον δράστη μιας ενέργειας (πρβλ. ποιώ > ποιη τής, πολιτεύομαι > πολιτευ τής) από το θ. σε –ισ τού αορ. πολλών ρ. (συνήθως σε ίζω), πρβλ. ῥαίω… … Dictionary of Greek
εθνικόφρονας — ο και εθνικόφρων, ο, η αυτός που εμφορείται από εθνικιστικές ιδέες, ο εθνικιστής … Dictionary of Greek
σωβινιστής — και σοβινιστής, ο, θηλ. στρια, Ν οπαδός τού σωβινισμού, φανατικός εθνικιστής. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. chauviniste (βλ. και λ. σωβινισμός)] … Dictionary of Greek
Ζάμπια — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ζάμπια Έκταση: 752.614 τ. χλμ Πληθυσμός: 10.285.631 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Λουσάκα (1.318.000 κάτ. το 2002)Κράτος της νοτιοκεντρικής Αφρικής. Συνορεύει Β με τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και την Τανζανία, Α με… … Dictionary of Greek
Ζορέ, Ογκίστ Μαρί Ζοζέφ Ζαν — (Jean Joseph Marie Auguste Jaurès, Καστρ, Ταρν 1859 – Παρίσι 1914). Γάλλος πολιτικός. Βουλευτής το 1885 του νομού Ταρν, αναδείχθηκε εξαιρετικός ρήτορας, και σε αυτή την πρώτη φάση της πολιτικής του δραστηριότητας επέδειξε μετριοπαθείς αντιλήψεις … Dictionary of Greek
Ιωάννης-Παύλος — (Johannis Paulus). Όνομα δύο παπών της Ρώμης. 1. Ι. Π. Α’ (Albino Luciani, 1912 – 1978). Πάπας της Ρώμης (1978). Ήταν βενετικής καταγωγής και προερχόταν από οικογένεια εργατών. Σπούδασε θεολογία και φιλοσοφία στο Γρηγοριανό Πανεπιστήμιο της Ρώμης … Dictionary of Greek
Κοσίνα, Γκουστάφ — (Gustav Kossina, Τίλεϊτ 1858 – Βερολίνο 1931). Γερμανός αρχαιολόγος και ιστορικός. Διετέλεσε καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου (1902 27) και ασχολήθηκε με το πρόβλημα του καθορισμού της εθνικής προέλευσης των λαών. Καινοτομία του υπήρξε η… … Dictionary of Greek
Κοστούνιτσα, Βόγισλαβ — (Vojislav Kostunica, Βελιγράδι 1944 –). Νομικός και πολιτικός. Υπήρξε ο τελευταίος πρόεδρος της Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας (μέχρι την πράξη αυτοδιάλυσής της το 2003) και του Δημοκρατικού Κόμματος της Σερβίας. Σπούδασε στη νομική… … Dictionary of Greek
Κροατία — I Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κροατίας Έκταση: 56.542 τ. χλμ. Πληθυσμός: 4.535.054 (2001) Πρωτεύουσα: Ζάγκρεμπ (691.724 κάτ. το 2001)Κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη Βαλκανική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΝΑ με τη Βοσνία Ερζεγοβίνη και το … Dictionary of Greek